Σκοπός του μαθήματος είναι η εξοικείωση των φοιτητών με τα διάφορα στάδια εξέλιξης της ελληνικής (από την προϊστορία της μέχρι και σήμερα) καθώς και η κατανόηση των ιστορικών και πολιτισμικών αιτίων που προκαλούν τη μετάβαση από τη μια περίοδο στην άλλη

Το μάθημα αυτό επιχειρεί να παρακολουθήσει τις εξελίξεις, τόσο σε επίπεδο θεωρίας όσο και σε κοινωνικοπολιτικό επίπεδο, που οδήγησαν στην εγκαθίδρυση της αβασίλευτης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας στα τέλη του 18ου αιώνα. Θα συζητηθούν η αρχαιοελληνική δημοκρατία, η ρωμαϊκή ρεπουμπλικανική παράδοση, η αναβίωση της δημοκρατικής σκέψης τον 14ο αιώνα, οι ιταλικές πόλεις-κράτη, και βέβαια οι ιδέες που βρίσκονται πίσω από την αμερικανική και τη γαλλική επανάσταση. 

Το μάθημα αυτό επικεντρώνεται στην κατανόηση των πολλαπλών παραγόντων που επηρεάζουν το κλίμα αποδοχής στην τάξη και την κοινωνική ένταξη των μαθητών και μαθητριών στο σχολείο. Οι φοιτητές και φοιτήτριες, μετά από μια εισαγωγή στις διαδικασίες διαμόρφωσης της κοινωνικής ταυτότητας, στη διαχείριση των συναισθημάτων και στις κοινωνικές δεξιότητες στην εφηβεία, θα συζητήσουν θεωρίες και έρευνες που μελετούν τις κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των εφήβων αλλά και το ρόλο της κουλτούρας των συνομηλίκων στη διαμόρφωσή τους. Έχοντας ως προϋπόθεση τη γνώση του εκπαιδευτικού πλαισίου για τον σχεδιασμό και την ανάπτυξη στρατηγικών/ εκπαιδευτικών πρακτικών, θα παρουσιαστούν ποικίλες ερευνητικές τεχνικές για τη διερεύνηση του κλίματος αποδοχής στην τάξη. Στη συνέχεια, θα δοθούν παραδείγματα τρόπων αξιοποίησης των δεδομένων της διερεύνησης για το σχεδιασμό εκπαιδευτικών πρακτικών που διευκολύνουν την κοινωνική ένταξη όλων των μαθητών και μαθητριών στο σχολείο. Τέλος, θα αναλυθεί η έννοια και η σημασία του ήθους συμπερίληψης στο σχολείο και θα συζητηθούν σχετικές πρακτικές και παραδείγματα διαμόρφωσής μιας πολιτικής συμπερίληψης σε επίπεδο σχολικής μονάδας.

Στο μάθημα επιχειρείται η ανάλυση της έννοιας της κοινωνικής και συναισθηματικής μάθησης και των εκπαιδευτικών πρακτικών και των προγραμμάτων που εφαρμόζονται για την ενίσχυσή της στον χώρο του σχολείου.

Το μάθημα επικεντρώνεται στην ανάλυση και μελέτη βασικών εννοιών κοινωνικής και πολιτικής φιλοσοφίας αλλά και στην κριτική εξειδικευμένων θεμάτων τα οποία θέτουν ερωτήματα όπως «τί σημαίνει πολιτική νεωτερικότητα;», «ποιους περιλαμβάνει η κοινωνία πολιτών;», «σε ποιους απευθύνεται το κανονιστικό πρότυπο του ορθολογισμού;» και «σε τί συνίσταται η δημόσια σφαίρα;». Οι παραδόσεις εστιάζονται στην ανάλυση θεμάτων Κριτικής Θεωρίας της Σχολής της Φραγκφούρτης και επίσης πολιτικής φιλοσοφίας εικοστού και εικοστού-πρώτου αιώνα με έμφαση στην ανάλυση θεμάτων κοινοτισμού, μεταδομισμού και θεωρίας συστημάτων.

Σκοπός του μαθήματος είναι να εισάγει και να υποστηρίξει τους φοιτητές και τις φοιτήτριες στην συστηματική κατανόηση της σημασίας και των αναλυτικών δυνατοτήτων που προσφέρει η κοινωνιολογική οπτική στην προσέγγιση της εκπαίδευσης. Με αφετηρία και αναφορά στις κύριες θεωρητικές προσεγγίσεις και έννοιες παρουσιάζονται κάποια από τα κρισιμότερα ζητήματα για την εκπαίδευση, όπως οι μετασχηματισμοί του σχολείου και οι λειτουργίες που επιτελεί στις σύγχρονες κοινωνίες, το σχολείο ως φορέας κοινωνικοποίησης, η κοινωνική και εκπαιδευτική ανισότητα, το ζητούμενο ενός διαπολιτισμικού και δημοκρατικού σχολείο που να καταπολεμά τις ανισότητες και τις διακρίσεις. Η ανάπτυξη των ενοτήτων του μαθήματος βασίζεται κυρίως στην παρουσίαση και τη συζήτηση επιλεγμένων διεθνών και ελληνικών ερευνητικών εργασιών, οι οποίες προσφέρουν σημαντικά ενδεικτικά παραδείγματα σχετικών αναλύσεων.

 


Το μάθημα πραγματεύεται τον κοινωνικά καθορισμένο χαρακτήρα των εκπαιδευτικών πρακτικών, δηλαδή των παιδαγωγικών διαδικασιών -διαφορετικών μορφών και κριτηρίων- για την επιλογή, οργάνωση και αξιολόγηση της εκπαιδευτικής γνώσης. Ειδικότερα, αναλύεται η σχέση των διαφορετικών τύπων εκπαιδευτικών πρακτικών με την κοινωνική αναπαραγωγή στην εκπαίδευση και με τις διαδικασίες ρύθμισης της συνείδησης και της δράσης των παιδαγωγικών υποκειμένων (π.χ. εκπαιδευομένων, εκπαιδευτικών, γονέων κτλ) στα σύγχρονα σχολεία. 

Το μάθημα αποτελεί εισαγωγή στην ποιοτική μεθοδολογία, εφαρμοσμένη στη Παιδαγωγική, στην Ψυχολογία, στις Επιστήμες της Αγωγής και στις Κοινωνικές Επιστήμες γενικότερα. Αναλύονται οι βασικές φιλοσοφικές θεωρήσεις της κοινωνικής πραγματικότητας και το επιστημολογικό πλαίσιο που διέπει την ποιοτική μεθοδολογία. Αποδίδεται έμφαση στο σχεδιασμό και την υλοποίηση ερευνητικών σχεδίων με τις βασικές μεθόδους συλλογής δεδομέων, όπως η συνέντευξη, η παρατήρηση και οι ομάδες εστίασης. Παρουσιάζονται, επίσης, οι κυριότερες μέθοδοι ανάλυσης δεδομένων, όπως η ανάλυση λόγου, η θεμελιωμένη θεωρία, η θεματική ανάλυση, οι φαινομενολογικές και ερμηνευτικές μέθοδοι, η αφηγηματική ανάλυση και η ανάλυση περιεχομένου. Ακόμη, εξετάζονται οι μεθοδολογίες εθνογραφικών προσεγγίσεων και έρευνας δράσης Στο πλαίσιο του μαθήματος ζητείται από τους φοιτητές να σχεδιάσουν και να εκπονήσουν ατομικές ή ομαδικές ερευνητικές εργασίες σε θέματα της δικής τους επιλογής. Επιπλέον, εξετάζονται κριτήρια αξιολόγησης, καθώς και ζητήματα ηθικής και δεοντολογίας στην ποιοτική κοινωνική έρευνα. Τέλος, παρουσιάζονται σύγχρονες εφαρμογές της τεχνολογίας που υπηρετούν την ποιοτική έρευνα, όπως δημοφιλή λογισμικά που χρησιμοποιούνται στην ανάλυση δεδομένων. Η παρακολούθηση του μαθήματος και συμμετοχή στην εκπόνηση των εργασιών είναι υποχρεωτική. 

Η μειονοτική εκπαιδευτική πολιτική του ελληνικού κράτους ακολούθησε σε ένα βαθμό την ανάπτυξη του ελληνικού εθνικισμού και τη γεωγραφικά επέκταση των συνόρων του . Σημείο τομή αποτέλεσε η ένταξη των λεγόμενων Νέων Χωρών στο Κράτος . Η αύξηση του αριθμού των ετερόγλωσσων και γενικά των μειονοτικών πληθυσμών είχε ως άμεση συνέπεια την ανάπτυξη πολιτικών για την εκπαιδευτική διαχείριση αυτών των πληθυσμών. Κύριο ζητούμενο η εθνική, γλωσσική και πολιτισμική ομοιογενοποίηση και βασικό εργαλείο η αφομοίωση. Παράλληλα όμως με την αφομοίωση, που προτάχθηκε για ξενόφωνους και όχι μόνο πληθυσμούς με διακυμάνσεις, αναπτύχθηκαν και άλλες μειονοτικές πολιτικές προσαρμοσμένες στα ζητούμενα και στις υποχρεώσεις του κράτους. Στα πλαίσια του συγκεκριμένου μαθήματος αναλύεται η διαδικασία αυτή από την περίοδο του μεσοπολέμου ως τις μέρες μας .

Στο μάθημα αυτό πραγματευόμαστε μία σειρά ερωτημάτων που αφορούν τη φύση των νοητικών καταστάσεων και διεργασιών, καθώς και τον ιδιαίτερο τύπο γνώσης που έχει ένα υποκείμενο όσον αφορά τα τεκταινόμενα στον νοητικό του κόσμο. Εξετάζουμε ορισμένες θεωρίες στο πεδίο της φιλοσοφίας του νου με σημαντική επιρροή, όπως ο συμπεριφορισμός, ο φονξιοναλισμός, ο αναγωγιστικός φυσικαλισμός και ο ανώμαλος μονισμός. Αξιολογούμε τις θέσεις που υιοθετούν οι θεωρίες αυτές σε ερωτήματα όπως τα ακόλουθα. Ποια είναι τα διακριτικά γνωρίσματα του νοητικού και πότε μία κατάσταση ή ιδιότητα λογίζεται ως νοητική; Ποια είναι η σχέση νου και εγκεφάλου; Ποια είναι η φύση της νοητικής αιτιότητας και πώς είναι δυνατόν να υπάρχει αιτιακή αλληλεπίδραση μεταξύ του νοητικού και του φυσικού κόσμου; Τι είναι η συνείδηση και πώς συγκροτείται η επίγνωση των νοητικών μας καταστάσεων; Ποια είναι τα διακριτικά χαρακτηριστικά του νοητικού περιεχομένου, δυνάμει των οποίων ο νους αναπαριστά τον κόσμο; Στη συνέχεια εξετάζουμε τις επιπτώσεις ερωτημάτων όπως τα παραπάνω για ζητήματα που αφορούν την προσωπική ταυτότητα, τη συγκρότηση του εαυτού και την αυτογνωσία. Από τι εξαρτάται η διατήρηση της προσωπικής ταυτότητας σε βάθος χρόνου; Είναι ζήτημα νοητικής και ψυχολογικής συγκρότησης, ή αντιθέτως η προσωπική ταυτότητα εδράζεται σε σωματικά και βιολογικά χαρακτηριστικά; Ποιος είναι ο ρόλος της μνήμης και της συνείδησης; Τα δύο αυτά ερωτήματα συνδέονται άμεσα με ζητήματα που αφορούν την συγκρότηση του εαυτού. Πού στηρίζεται η αίσθηση της συνέχειας του εαυτού σε βάθος χρόνου; Είναι ο εαυτός γνωσιακά απροσπέλαστος και τι είδους οντότητα είναι; Τέτοια ερωτήματα οδηγούν με τη σειρά τους στο ζήτημα της αυτογνωσίας. Πώς χαρακτηρίζεται ο ιδιαίτερος τύπος γνώσης που έχει ένα υποκείμενο όσον αφορά τις νοητικές του καταστάσεις και διεργασίες; Εξετάζουμε τη διαμάχη μεταξύ των σύγχρονων εμπειριστικών και ρασιοναλιστικών προσεγγίσεων στο ερώτημα αυτό.

Η φιλοσοφία του Leibniz αναπτύσσεται σταδιακά ως απόπειρα μιας τριπλής αναίρεσης: 1ον, της καρτεσιανής φιλοσοφίας, και ειδικότερα του καρτεσιανού κριτηρίου της βεβαιότητας αφενός, δηλαδή της σαφήνειας και της ευκρίνειας των ιδεών, το οποίο ο Leibniz απορρίπτει ως «υποκειμενικό» και επιχειρεί να το αντικαταστήσει με ένα τυπικό ή λογικό κριτήριο της αλήθειας, και της καρτεσιανής μηχανιστικής φυσικής αφετέρου, στην οποία ο Leibniz αντιτάσσει μια νέα κατανόηση της φύσης των σωμάτων και της κίνησης, βασισμένη στη Δυναμική· 2ον, της σπινοζικής φιλοσοφίας, και ειδικότερα της απόλυτης σπινοζικής αιτιοκρατίας αφενός, στην οποία ο Leibniz αντιπαραθέτει την αντίληψη ενός Θεού που επιλέγει, χάρη στη σοφία Του, να δημιουργήσει τον τελειότερο από όλους τους δυνατούς κόσμους, και της μοναδικότητας της υπόστασης αφετέρου, στην οποία αντιτάσσει το πλήθος των «μονάδων» ως «ζωντανών κατόπτρων του σύμπαντος»: «Αν δεν υπήρχαν οι μονάδες, βεβαιώνει ο Leibniz, ο Spinoza θα είχε δίκιο»· 3ον, της εμπειρικής φιλοσοφίας του Locke, στην οποία ο Leibniz αντιτάσσει μια θεωρία της ιδέας σύμφωνα με την οποία η τελευταία ανάγεται ουσιωδώς στην αυτοτελή και αυτόνομη δυναμική του σκέπτεσθαι την οποία εκφράζει ή «πραγματώνει» από τη σκοπιά της, και συνεπώς ο σχηματισμός της δεν εξαρτάται αποκλειστικά, όπως υποθέτει ο Locke, από ένα περιστασιακό αντιληπτικό γεγονός (της εξωτερικής ή της εσωτερικής εμπειρίας). Μέσα από αυτήν την τριπλή αντιπαράθεση, ο Leibniz κατορθώνει να συγκροτήσει ένα εντελώς πρωτότυπο φιλοσοφικό σύστημα, το οποίο εγγράφεται στον θεωρητικό πυρήνα της Νεότερης Φιλοσοφίας. Στόχος του μαθήματος είναι η παρουσίαση του συστήματος αυτού στην εξέλιξή του, με έμφαση στη μεταφυσική, στη φιλοσοφία της φύσης και στη θεωρία της γνώσης, από τα πρώιμα γραπτά (Hypothesis physica nova, Confessio philosophi, De summa rerum, De veritatibus, de mente, de Deo, de universo, De corporum concursu) μέχρι τα ύστερα συνθετικά έργα (Μεταφυσική Πραγματεία, Γενικές έρευνες σχετικά με την ανάλυση των εννοιών και των αληθειών, Νέο σύστημα της φύσης και της επικοινωνίας των υποστάσεων, Δοκίμια Θεοδικίας, Μοναδολογία, Αρχές της φύσης και της Θείας χάρης, Νέα δοκίμια για την ανθρώπινη νόηση).

Tο μάθημα αναφέρεται στις σύγχρονες τεχνολογίες για την εκπαίδευση μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, και περιλαμβάνει θέματα όπως η προσβασιμότητα, υποστηριστική τεχνολογία, ειδικό εκπαιδευτικό λογισμικό και υλικό, διαδικτυακές εφαρμογές. Το μάθημα αποτελείται και από εργαστηριακό μέρος, όπου οι φοιτητές/τριες έχουν τη δυνατότητα να έρθουν σε επαφή σύγχρονα εργαλεία πληροφορικής για την υλοποίηση ψηφιακών εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την ειδική αγωγή.