Όταν η διεθνής πρακτική στο πεδίο των εικαστικών τεχνών εκρήγνυται διαρκώς προς όλες τις κατευθύνσεις, συμπεριλαμβανομένης και της «παρωχημένης» ζωγραφικής, πώς, στην οργάνωση ενός εικαστικού μαθήματος, ορίζεται ένας ελάχιστος όγκος γνωστικών αγαθών ή δεξιοτήτων προς κατάκτηση; Το ερώτημα μάλλον δεν μπορεί να απαντηθεί παρά με άλλα ερωτήματα. Όσο και αν η εφαρμογή ενός δοκιμασμένου μοντέλου, (με στοιχεία του λεγόμενου «ακαδημαϊκού» ή «Bauhaus» ή «της αποδόμησης» κ.ο.κ.), φαίνεται να ενισχύει την πιθανότητα του αρκούντως «contemporary» ελκυστικού οπτικού προϊόντος , το ζητούμενο είναι πρωτίστως η «εμπειρία του εργαστηρίου». Μέσα σε αυτό συγκροτείται το βλέμμα του εικαστικού, όπου η προσωπική επιθυμία, o πειραματισμός, η επιτυχία και το ατύχημα συνδιαλέγονται με την ιστορική αναφορά και τη σύγχρονη εικαστική και πολιτισμική συνθήκη. Διαλέξεις-συζητήσεις με στόχο την υπέρβαση του φόβου για τον ερμητικό χώρο της τέχνης, παρουσιάσεις-συζητήσεις μικρών θεμάτων σε σχέση με τις προσωπικές επιλογές στα εικαστικά από όλους τους φοιτητές και ―βεβαίως― πειραματισμοί με υλικά-διαδικασίες και επεξεργασία μικρότερων ή μεγαλύτερων προσωπικών «project». Κάθε μία/ένας φοιτήτρια/τής, συνομιλώντας με τη διδακτική ομάδα, συγκεκριμενοποιεί τη λογική και τα μέσα της κάθε δουλειάς και ορίζει τη διακύβευση. When international visual arts practice is exploding constantly towards every possible direction, a phenomenon that includes the «outdated» medium of painting, how does one can define a minimum level of knowledge and skills in a visual arts course? The question can only be answered by generating more questions. Even if the application of known models («academic», «Bauhaus», «deconstruction», etc.) seems to strengthen the possibility of the production of an attractive visual product which would be enough «contemporary», the importance is primarily the «experience of the studio». It is in the context of this experience that the gaze of the visual artist is being formed. In this context, desire, experimentation, success and failure are in dialogue with history and the contemporary visual and cultural instance. Lectures - discussions aiming to help students overcome the fear about the «hermetic» field of art, presentations-discussions of personal themes and subject-matters and, of-course, experimentations with material and procedures of personal projects. The students, through the tutorials are getting concrete on their logic and media and define what is at stake.

To μάθημα εξετάζει κριτικά τις έννοιες του χάρτη και της χαρτογράφησης τα οποία δεν νοούνται ως εργαλεία εντοπισμού και εγγραφής στον κόσμο αλλά ως εργαλεία απεδαφοποίησης που αντανακλούν την αλλαγή στις σχέσεις τους με την έννοια του εδάφους. Μελετά πρακτικές και παραδείγματα που καλύπτουν μεγάλο φάσμα της «χαρτογραφικής τάσης» σε εικαστικούς και αρχιτέκτονες από το 1950 έως σήμερα και σχολιάζει την συστατική υποκειμενικότητα του χάρτη, την χαρτογραφική όσμωση μεταξύ φυσικού και τεχνητού, την μετατροπή του περιβάλλοντος σε μια μετα-χαρτογραφία, το αδύνατο της χαρτογράφησης. Επιδίωξη του μαθήματος είναι η επινόηση προσωπικών, μη συμβατικών χαρτογραφικών μεθόδων που τροφοδοτούνται από τα παραδείγματα που συζητούνται.

Με τη βοήθεια της επικαιροποίησης των πρακτικών της ψυχογεωγραφίας, της νοητικής και της κριτικής χαρτογράφησης και κυρίως με την βοήθεια των συναρπαστικών ποιητικών του χάρτη και της χαρτογράφησης που προσφέρουν οι σύγχρονες εικαστικές τέχνες, οι φοιτητές καλούνται να εστιάσουν στις πρακτικές της καθημερινότητας που χαρακτηρίζουν την επιλεγμένη τοποθεσία πέρα από τις επίσημες προσταγές του σχεδιασμού. Καλούνται να εφεύρουν τα δικά τους υποκειμενικά συστήματα για να εξερευνήσουν τον δημόσιο χώρο, να μελετήσουν τις «αόρατες» δραστηριότητες, να εντοπίσουν τα αθέατα στοιχεία χαρτογραφώντας το εφήμερο, το απτικό και το σωματικό. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην ανάδειξη των ανενεργών σημασιών του τόπου, στην παραγωγή νέων αφηγήσεων για την πόλη, στον κριτικό αναστοχασμό των αναπαραστάσεων και χρήσεων του δημόσιου χώρου της πόλης.

Το μάθημα διεξάγεται με διαλέξεις της διδάσκουσας και προσκεκλημένων καλλιτεχνών, in situ επισκέψεις και δράσεις οδοιποριών, επιτόπια έρευνα, εργαστηριακή καλλιτεχνική εργασία και προφορικές δημόσιες παρουσιάσεις. Περιέχει αναφορές στην ιστορία των εικαστικών τεχνών, του κινηματογράφου, την ιστορία της σκέψης και τη λογοτεχνία.

Το εργαστήριο αφορά στην διευρυμένη πρακτική της αρχιτεκτονικής σύνθεσης όπως αυτή εκδηλώνεται στο σχεδιασμό χώρων μικρής κλίμακας, στο σχεδιασμό εσωτερικών χώρων και στο σχεδιασμού αντικειμένων. 

Ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός, στο πλαίσιο του μαθήματος, γίνεται αντιληπτός ως μία ερευνητική πρακτική πάνω στο σχεδιασμό της ατμόσφαιρας και της επιτελεστικότητας του περιβάλλοντος χώρου. Πρόκειται για τα στοιχεία εκείνα μέσω των οποίων (i) εκφράζονται και επικοινωνούνται στους χρήστες του εκάστοτε χώρου τα υλικά και τα άυλα χαρακτηριστικά του προγράμματός του, (ii) δημιουργούνται οι παραστατικές (effects), οι παθηματικές (affects) επιδράσεις και οι ποιητικές αντιδράσεις  του χώρου, και (iii)  διεγείρονται οι «ψυχικές καταστάσεις της οικειότητας, της προσοχής, της μνήμης και του συναισθήματος.

Ο σχεδιασμός χώρων μικρής κλίμακας αποτελεί ένα πεδιό δοκιμής και πειραματισμού του σχεδιασμού όπου προαναγγέλονται, πραγματοποιούνται και επιδεικνύονται νέες δημιουργικές τάσεις και ιδεολογίες που είναι περισσότερο τολμηρές από ό,τι επιτρέπει η συγκεκριμένη κοινωνική στιγμή. Αποτελεί το πεδίο μίας πρώτης εφαρμογής αυτού που επίκειται, λειτουργώντας ως διερμηνέας του επερχόμενου νέου «πνεύματος» στη σφαίρα της δημιουργίας, στην pop κουλτούρα και στην καθημερινή ζωή. Εντός της πρακτικής του σχεδιασμού η ηθική της αισθητικής συναντά την χωροκοινωνική εμπειρία.

Διδακτική Ομάδα

Ευάγγελος Αρβανίτης, Κωνσταντίνος Ζβες, Απόστολος Καλφόπουλος

Το μάθημα εστιάζει στις συναρτήσεις φύλου και χώρου, από την κλίμακα του σώματος μέχρι την παγκόσμια συνθήκη, αποδίδοντας έμφαση σε θέματα ορατότητας και συμπερίληψης. Μέσα από μια διαθεματική οπτική, εξετάζονται οι διασταυρώσεις πολλαπλών αξόνων συγκρότησης της ταυτότητας στον χώρο, όπως το φύλο, η σεξουαλικότητα, η εθνότητα, η κοινωνική διαίρεση, η ηλικία, η σωματική και νοητική ικανότητα ή αναπηρία, κ.ο.κ. Εισάγονται έμφυλες και εν-σώματες προσεγγίσεις που εμπλουτίζουν την κατανόηση της κοινωνικής και πολιτισμικής κατασκευής του τόπου, της καθημερινότητας, της οικειοποίησης και νοηματοδότησης του δημόσιου και αστικού χώρου και φέρνουν στο προσκήνιο έμφυλες αναπαραστάσεις και επιτελέσεις, σχέσεις εξουσίας και πολιτικές, ρητές και άρρητες διεκδικήσεις, πρακτικές φροντίδας και συμμετοχής, δυνατότητες δημιουργικής συμβίωσης και δυναμικής αλληλεξάρτησης. Η έμφαση που έχουν αποκτήσει τα ζητήματα φύλου σήμερα τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς και τα αιτήματα για ισότητα, ορατότητα και συμπερίληψη μπορούν να πληροφορήσουν σημαντικά τις σπουδές της αρχιτεκτονικής και του χώρου. Οι διδακτικές ενότητες στοχεύουν να εξοικειώσουν τις/τους φοιτήτριες/ές με θεωρητικές προσεγγίσεις και σχεδιαστικές εφαρμογές σε ένα επίκαιρο και γρήγορα αναπτυσσόμενο πεδίο που αναδιατάσσει τις συμβατικές προτεραιότητες και απρόσωπες επεξεργασίες χωρικών ζητημάτων. Η διαθεματική οπτική του φύλου μπορεί να διευρύνει και να εμπλουτίσει θεωρητικές και σχεδιαστικές επεξεργασίες για την κατοικία, την εργασία, την αναψυχή και τον ελεύθερο χρόνο, τη γειτονιά, τον δημόσιο χώρο, τις μεταφορές, την αστική ανάπτυξη και τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων.

Το μάθημα πραγματεύεται τον ενεργειακό και περιβαλλοντικό σχεδιασμό οικιστικών και παραγωγικών χώρων σε διάφορες κλίμακες σχεδιασμού, από τον πολεοδομικό, τον αστικό μέχρι και τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. Η έμφαση που δίνεται είναι κυρίως στη χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) και στην ενσωμάτωση αυτών κυρίως στον αστικό χώρο, καθώς και στη χρήση και εφαρμογή βιώσιμων λύσεων, υλικών και πρακτικών στο νέο πλαίσιο της κυκλικής οικονομίας και που στοχεύουν στην ενεργειακή και περιβαλλοντική αναβάθμιση ενός χωρικού ή θεματικού συνόλου (cluster). Οι στόχοι του μαθήματος, πέρα από την ανασκόπηση εφαρμογών και τεχνολογιών ΑΠΕ, είναι η ανασκόπηση και κατανόηση των υφιστάμενων εργαλείων ενεργειακής και περιβαλλοντικής αξιολόγησης κτιρίων, γειτονιών, κοινοτήτων και πόλεων (LEED, BREEAM κλπ).

Στόχος του μαθήματος είναι η εμβάθυνση στις αρχές της Δομικής Φυσικής και στους τρόπους με τους οποίους τα κτίρια συμπεριφέρονται και αλληλοεπιδρούν με τις συνθήκες του περιβάλλοντος. Η κατανόηση της υδροθερμικής συμπεριφοράς των δομικών στοιχείων αποτελεί τη βάση του βιοκλιματικού και του ενεργειακού σχεδιασμού. Έμφαση θα δοθεί στο εξωτερικό κέλυφος των κτιρίων, το οποίο έρχεται σε άμεση επαφή με το περιβάλλον και λειτουργεί ως ρυθμιστής του εσωκλίματος. Ενεργειακή απόδοση κτιρίων, υλικά χαμηλών εκπομπών CO2, ανθρακικό αποτύπωμα της κατασκευής, βιωσιμότητα, είναι έννοιες που θα συζητηθούν κατά τη διάρκεια του μαθήματος. The aim of the course is to delve into the science of Building Physics and the ways in which buildings behave and interact with environmental conditions. Understanding the hydrothermal behavior of structural elements is the base of bioclimatic and energy planning. Emphasis will be placed on the outer shell of the buildings, which comes into direct contact with the environment and acts as a regulator of the indoor climate. Energy performance of buildings, materials with low CO2 emissions, carbon footprint of construction and sustainability, are concepts that will be discussed during the course.

Τα ψηφιακά μέσα σχεδιασμού θεωρούνταν για ένα μεγάλο διάστημα ως μία επιπλέον δεξιότητα. ‘Επιπλέον’ σε σχέση με τα παραδοσιακά μέσα σχεδιασμού – τα οποία πολλές φορές ονομάζονται λανθασμένα αναλογικά. Πλέον, εδώ και τουλάχιστον 15 χρόνια, τα ψηφιακά μέσα σχεδιασμού είναι στην ουσία τα βασικά, και σε πολλές περιπτώσεις τα αποκλειστικά, μέσα σχεδιασμού. Αυτό όμως δεν συνεπάγεται και μία αλλαγή στους τρόπους με τους οποίους σχεδιάζουμε. Εξάλλου, το μεγαλύτερο μέρος των ψηφιακών μέσων σχεδιασμού έχει γίνει κατ’ αναλογία των μέσων που χρησιμοποιούσαν οι αρχιτέκτονες πριν την έλευση των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Επομένως με αυτόν τον τρόπο η μετάβαση στα ψηφιακά μέσα παραμένει επιφανειακή και κυρίως αφήνει τον σχεδιασμό ανεπηρέαστο σε μεγάλο βαθμό από τις εξελίξεις που έχουν επιφέρει οι ψηφιακές τεχνολογίες στο σύνολο στης σύγχρονης ζωής. Παράλληλα, η επικράτηση των ψηφιακών μέσων μετέφερε το επίκεντρο της συζήτησης γύρω από αυτά σε όλο και περισσότερο τεχνικές κατευθύνσεις. Αυτό μοιραία οδήγησε σε μία αυτοαναφορικότητα που μοιάζει να απομακρύνεται όλο και περισσότερο από τον γενικότερο στόχο: το ίδιο τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. Στόχος του μαθήματος λοιπόν είναι από τη μία να εξοικειώσει τους φοιτητές/τριες, όχι με συγκεκριμένα εργαλεία ή λογισμικά, αλλά με τις νέες λογικές που φέρνουν οι ψηφιακές τεχνολογίες στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό και την κατασκευή. Ταυτόχρονα όμως το μάθημα θα εξετάσει το πώς οι φοιτητές/τριες μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα ψηφιακά μέσα για να αναπτύξουν αρχιτεκτονικές αφηγήσεις που δεν αφορούν τα ίδια τα μέσα αλλά τον σχεδιασμό. Οι φοιτητές/τριες θα κληθούν να σχεδιάσουν μέσα από συγκεκριμένες ασκήσεις, εφαρμόζοντας τις λογικές που διέπουν τα ψηφιακά μέσα με στόχο τη δημιουργία αρχιτεκτονικών αφηγήσεων και μυθολογιών.

Το εργαστήριο Fixes, Fluxes, Futures είναι ένας συνδυασμός πειραματικού studio και ερευνητικού think tank, μία δημιουργική πλατφόρμα παραγωγής και ανταλλαγής γνώσης και μία γεννήτρια ιδεών που στοχεύει στο σχεδιασμό σύνθετων κριτικών προτάσεων που αναστατώνουν τις επικρατούσες αντιλήψεις σχετικά με το επερχόμενο μέλλον. Στην κατεύθυνση αυτή υιοθετεί μεθόδους και εργαλεία από τον κριτικό και τον εικοτολογικό σχεδιασμό [critical & speculative design], από τον σχεδιασμό και την έρευνα του μέλλοντος [future studies], από την “προγνωστική” [forecasting] των φυσικών και ανθρωπογνωστικών επιστημών, από την επιστημονική μυθοπλασία [science fiction] και άλλα speculative narratives, και από την “αισθητηριακή” εγρήγορση [sensoring] των εικαστικών τεχνών.

Το εργαστήριο επιχειρεί να εισάγει τους φοιτητές/τριες σε ζητήματα αρχιτεκτονικού σχεδιασμού χώρων μικρής κλίμακας μέσα από το σχεδιασμό ενός ισόγειου εμπορικού καταστήματος. Ειδικότερα, οι φοιτητές/τριες καλούνται να μελετήσουν ένα υφιστάμενο κέλυφος σε κεντρικό σημείο της πόλης και να προτείνουν συγκεκριμένο λειτουργικό πρόγραμμα επιλέγοντας οι ίδιοι/ες μια κατηγορία στον τομέα της ένδυσης. Στη συνέχεια, καλούνται να εκπονήσουν προσχέδια ιδεών, ολοκληρωμένη σχεδιαστική πρόταση και πρόπλασμα της πρότασής τους υπό κλίμακα, όπως επίσης και μελέτη εφαρμογής της ιδέας τους με πλήρη σειρά κατασκευαστικών σχεδίων. Η σχεδιαστική τους πρόταση θα συνοδεύεται από σύντομο κείμενο τεκμηρίωσης των επιλογών τους.

Το θεωρητικό μάθημα πραγματεύεται την παραδοσιακή αρχιτεκτονική του ευρύτερου ελλαδικού χώρου (κυρίως) και την ερμηνεία της στη νεότερη και σύγχρονη αρχιτεκτονική. Συγκεκριμένα, διαρθρώνεται σε τρία μέρη: α. τις αρχέγονες μορφές και την ανώνυμη αρχιτεκτονική του βαλκανικού χώρου έως και τον 19ο αιώνα, β. την πρόσληψη της παράδοσης από τον μοντερνισμό (διεθνώς και στην εγχώρια αρχιτεκτονική) και γ. τον κριτικό τοπικισμό και τις ανάλογες προσεγγίσεις στο σήμερα.

Το μάθημα αναφέρεται στον σχεδιασμό των μεταλλικών κατασκευών, στοχεύοντας στην παρουσίαση των κατάλληλων στοιχείων, που καθιστούν ικανό τον Αρχιτέκτονα να συνθέτει και να συμμετέχει στον σχεδιασμό κατασκευών από δομικό χάλυβα. Σε αυτό το πλαίσιο, και με κεντρικό στόχο την απόκτηση γνώσεων που παρέχουν την δυνατότητα αλληλεπίδρασης Αρχιτέκτονα και Δομοστατικού Μηχανικού, διδάσκονται βασικά στοιχεία που περιλαμβάνουν τα είδη του δομικού χάλυβα, τα προϊόντα δομικού χάλυβα (προϊόντα θερμής και ψυχρής έλασης), ο σχεδιασμός των σιδηρών κατασκευών, η σύνθεση δομικών στοιχείων και φορέων, τα στοιχεία πλήρωσης, όπως επίσης και ειδικά στοιχεία μεταλλικών κατασκευών. Αναπτύσσονται ειδικά ζητήματα αρχιτεκτονικού σχεδιασμού μεταλλικών κατασκευών, υπό το πρίσμα της κατασκευαστικής διαμόρφωσης, ενώ περαιτέρω παρουσιάζονται στοιχεία πυροπροστασίας και αντιδιαβρωτικής προστασίας των κατασκευών από δομικό χάλυβα. Τέλος, με την βοήθεια μελετών περίπτωσης αναδεικνύεται ο τρόπος εφαρμογής των στοιχείων θεωρία που διδάσκονται στο συγκεκριμένο μάθημα.

Οι οποιεσδήποτε επεμβάσεις σε ένα ιστορικό και κατ' επέκταση ανθρωπογενές περιβάλλον, αντιμετωπίζουν ζητήματα μνήμης, ταυτότητας και διαχρονικότητας, προστασίας και διαχείρισης πολιτιστικών πόρων. Τα ζητήματα αυτά απαιτούν ιδιαίτερη προσέγγιση, εκπαίδευση και ευαισθησία για όσους ασχολούνται με τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. Το μάθημα επιδιώκει την έναρξη μιας προσπάθειας συμπλήρωσης θεωρητικών και εκπαιδευτικών κενών προς αυτή την κατεύθυνση. Θα περιλαμβάνει διαλέξεις τόσο από τους διδάσκοντες όσο και από προσκεκλημένους ομιλητές σε θέματα που αφορούν τη θεμελιώδη σχέση αρχιτεκτονικής και χρόνου μέσα από την ιστορία και θεωρία των αποκαταστάσεων και την κριτική προσέγγιση του ιστορικού χώρου και της διαχείρισής του. Στο πλαίσιο αυτό θα ασχοληθεί και με ειδικότερα ζητήματα μνήμης, χώρου και σχεδιασμού τόσο μέσα από θεωρητικές προσεγγίσεις όσο και μέσα από την παρουσίαση επιλεγμένων παραδειγμάτων διεθνώς. Στόχος του μαθήματος είναι η ευαισθητοποίηση των φοιτητών σε ζητήματα διαχείρισης του αρχιτεκτονικού αποθέματος, μέσα από την ιστορία και θεωρία της ‘’αποκατάστασης’’ και τις σύγχρονες θεωρητικές προσεγγίσεις του χώρου, του τόπου της μνήμης και του ιστορικού περιβάλλοντος γενικότερα. Στους στόχους συμπεριλαμβάνεται και η κατανόηση εκ μέρους των φοιτητών των θεωρητικών αρχών του εκάστοτε κανονιστικού πλαισίου που διέπει τη διαχείριση του ιστορικού χώρου και η εξοικείωσή τους με ζητήματα χρόνου και αρχιτεκτονικής. Οι φοιτητές θα πρέπει να εκπονήσουν μια εργασία, το θέμα της οποίας θα οριστεί σε συνεννόηση με τους διδάσκοντες . Η εργασία θα ασχολείται με την διερεύνηση ερωτημάτων ή και την κριτική παραδειγμάτων, η προσέγγιση των οποίων θα αξιοποιεί τις θεωρήσεις και προβληματισμούς που παρουσιάστηκαν στο μάθημα.