Παρουσίαση και ανάλυση της Εκκλησιαστικής ιστορίας της Ελλάδος και του ελληνισμού, με βάση τις πηγές (δημοσιευμένες και αδημοσίευτες) του 17ου, 18ου, 19ου και 20ού αιώνα.

Ο 7ος αιώνας αποτελεί το τέλος της ύστερης αρχαιότητος και την έναρξη της περιόδου των λεγομένων Σκοτεινών Αιώνων. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία έχει περιέλθει σε δεινή κρίση εξαιτίας των εξωτερικών απειλών και της απώλειας σημαντικών εδαφών. Ως εκ τούτου, ξεκινά μία σειρά μεταρρυθμίσεων, οι οποίες οφείλουν να καταστήσουν το κράτος ικανό να επιβιώσει της κρίσης. Εξετάζονται τα κομβικά γεγονότα της εποχής, αλλά και τα επιμέρους πλαίσια εντός των οποίων διαμορφώθηκαν οι κοσμοϊστορικές αλλαγές της περιόδου.

Το μάθημα εστιάζει στις ερμηνευτικές προτάσεις περί της Αγίας Τριάδος στον Ρωμαιοκαθολικισμό και τον Προτεσταντισμό κατά τον 19ο και τον 20ο αιώνα. Αναλύονται συστηματικά εγκύκλιοι, διατάγματα και συνοδικές αποφάσεις του Ρωμαιοκαθολικισμού σε αναφορά με τη Νεοσχολαστική ερμηνευτική. Καταγράφονται οι σημαντικότεροι εκπρόσωποι και τα κείμενά τους σε αναφορά με το θεολογικό παράδειγμα της οντολογίας της σχέσης και του προσώπου στη δυτική Χριστιανοσύνη.

Το μάθημα αποσκοπεί στην εξοικείωση με βασικά κείμενα της ερμηνείας του μυστηρίου της θείας οικονομίας, τα οποία διαφωτίζουν την ορολογία, τις διατυπώσεις και το περιεχόμενο των όρων των οικουμενικών συνόδων. Τα κείμενα αναδεικνύουν τις ερμηνευτικές προτάσεις και αιτιολογούν το πλαίσιο των συγκρούσεων, των διαλλαγών και των συναινέσεων των τοπικών εκκλησιαστικών παραδόσεων της πρώτης χιλιετίας. Τα κείμενα μελετώνται συστηματικά στη συγχρονία και τη διαχρονία τους.

Στο μάθημα θα μελετηθεί το είδος του Κρατηματαρίου από την γέννεσή του μέχρι τις μέρες μας και θα εξεταστούν αντίστοιχα παραδείγματα. Θα γίνει αναφορά και σπουδή στο συναμφότερο, Λόγος και Μέλος και παρακολούθηση της μίμησης των νοουμένων και του μελικού τονισμού των νοημάτων. Τέλος, θα γίνει λόγος για τα διάφορα ρυθμικά σχήματα και την χρονικά αγωγή απόδοσης των ειδών της μελοποιίας.

Γίνεται αναφορά στην ιστορία της εκφωνητικής σημειογραφίας και στον τρόπο απαγγελίας της. Επίσης, μελετάται το είδος των Δοξολογιών, των Χερουβικών και των Κοινωνικών έτσι όπως καταγράφονται στην χιλιόχρονη βυζαντινή μουσική παράδοση. Θα γίνει λόγος ακόμα, για το είδος του Μαθηματαρίου ή Καλοφωνικού Στιχηραρίου όπως καταγράφεται στους μουσικούς χειρόγραφους κώδικες και πως αυτά φτάνουν στις μέρες μέσα από τις εξηγήσεις του Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος.

Θα παρουσιαστεί το μουσικό βιβλίο Ειρμολόγιο, όπως αυτό εξελίχθηκε κατά την Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή περίοδο. Επίσης θα μελετηθεί το σύντομο και αργό μέλος του Ειρμολογίου Πέτρου Πελοποννησίου και Πέτρου Βυζαντίου, με αντίστοιχα μουσικά παραδείγματα κατ΄ ήχον. Ακόμα, θα γίνει παρουσίαση του Στιχηραρικού γένους μελοποιίας της μεταβυζαντινής περιόδου με συνθέσεις του Παναγιώτου Χρυσάφη, του Αρχιεπισκόπου Γερμανού Νέων Πατρών, Ιακώβου Πρωτοψάλτου, Πέτρου Λαμπαδαρίου και Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος.

Με την επιτυχή ολοκλήρωση του μαθήματος οι φοιτητές θα μπορούν:
- να εντοπίζουν και να παρουσιάζουν τους παράγοντες που διαμόρφωσαν τη γενικότερη αισθητική σε ότι αφορά τη Θεία Λατρεία.
- να δίνουν μία συγκροτημένη απάντηση σχετικά με θέματα ναοδομίας.
- να αναπτύσσουν την κριτική και αναλυτική τους σκέψη μέσα από τον εντοπισμό και την κατανόηση των παραγόντων που οδήγησαν στη διαμόρφωση της αισθητικής των λειτουργικών τεχνών.
- να αξιοποιούν την αποκτηθείσα γνώση στην περαιτέρω ερμηνεία της αισθητικής ως μέσο αγωγής και σωτηρίας.
- να κάνουν συγκρίσεις και συνδέσεις της Ναοδομικής αισθητικής πάλαι τε και νυν.

Η θεωρητική και πρακτική εκμάθηση των τεχνικών και των υλικών της μεσαιωνικής και βυζαντινής ζωγραφικής στόχο έχει να φέρει τον ενδιαφερόμενο φοιτητή σε επαφή, όπως θα έλεγε και ο Daniel Thompson, με την «μαγειρική της τέχνης». Μέσα από αυτή τη διαδικασία ο ασκούμενος θα μάθει την φύση και την προέλευση των υλικών, με τα οποία οι μεγάλοι ζωγράφοι και όχι μόνο, φιλοτέχνησαν τα έργα τους. Τα ζωγραφικά έργα είναι το αποτέλεσμα των μεταβαλλόμενων αναγκών των ζωγράφων και της κοινωνίας, μέσα στην οποία ξεδιπλώνουν το έργο τους. Το περιεχόμενο του μαθήματος δεν έχει σκοπό να έρθει ο φοιτητής με μια στείρα παράθεση πληροφοριών, αλλά να αντιληφθεί ο ίδιος διαχρονικά πώς ένας ζωγράφος λαμβάνει «νεκρή ύλη» και της δίνει ζωή.

Η ιστορία και η σημερινή κατάσταση των Ορθοδόξων Εκκλησιών της Βορείου και Νοτιοανατολικής Ευρώπης, σλαβικών και μη σλαβικών (Αλβανίας, Γεωργίας, Φιλανδίας, Εσθονίας και Ρουμανίας).

Το Άγιο Όρος διαχρονικά υπήρξε ο τόπος καλλιέργειας της ορθόδοξης πνευματικότητας και του ορθοδόξου πολιτισμού σε ολόκληρο τον χώρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Στόχος του μαθήματος είναι να αποκτήσουν οι φοιτητές μία ακριβή γνώση της προσφοράς αυτής του Αγίου Όρους με έμφαση κυρίως στον προσδιορισμό της προσφοράς αυτής στην ιστορική πορεία των Ορθοδόξων Εκκλησιών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης μέσω της ανάδειξης προσώπων, γεγονότων, ιερών μοναστικών κοινοτήτων και προσκυνημάτων.

Η Εκκλησία της Ρωσίας υπήρξε το λαμπρότερο αποτέλεσμα της χριστιανικής ιεραποστολικής δραστηριότητας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας στο πλαίσιο του οικουμενικού οράματός της. Μετά την ανεξαρτητοποίησή της από το Οικουμενικό Πατριαρχείο προσπάθησε να βρει τον βηματισμό της εντός του ολοένα επεκτεινόμενου και ισχυροποιούμενου ρωσικού κράτους, το οποίο σταδιακά θα εξελιχθεί σε μία αυτοκρατορία, η οποία προσλάμβανε και οικειοποιούμενη στο μέτρο των δυνατοτήτων και των αυτοπροσδιορισμών της την πολιτική ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ο 17ος αιώνας υπήρξε καθοριστικός για τον προσδιορισμό των σχέσεων Κράτους και Εκκλησίας στη Ρωσία και κυρίως επί της πατριαρχίας του Πατριάρχη Μόσχας Νίκωνα. Η διαπάλη της τσαρικής και της πατριαρχικής εξουσίας υπήρξε πολωτική με αποτελέσματα άκρως δυσμενή και για τους δύο θεσμούς· κυρίως όμως για την Εκκλησία και τον κατεξοχήν εκπρόσωπο αυτής τον Πατριάρχη Μόσχας Νίκωνα. Εξ αυτού ο στόχος του μαθήματος είναι να αποκτήσουν οι φοιτητές μία επαρκή γνώση για την πολιτική και εκκλησιαστική κατάσταση της Ρωσίας κατά τον 17ο αιώνα και να αναχθούν κριτικά στο να εμβαθύνουν ως προς την επίδρασή των γεγονότων αυτών στην πολιτική και εκκλησιαστική πορεία της Ρωσίας μέχρι το σήμερα.

Το μάθημα «Σχέσεις Πολιτείας και Εκκλησίας στο νεότερο ελληνικό κράτος» εξετάζει τις σχέσεις Πολιτείας και Εκκλησίας αμέσως μετά τη δημιουργία του ελληνικού κράτους. Συγκεκριμένα, εστιάζει στην αντίθεση της εισαχθείσας από τη βασιλεία του Όθωνα καταστατικής νομοθεσίας της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος τόσο με τον Συνοδικό Τόμο της 29ης Ιουνίου 1850, δυνάμει του οποίου ανακηρύσσεται το αυτοκέφαλο της Ελλαδικής Εκκλησίας, όσο και με το ορθόδοξο κανονικό δίκαιο εν γένει. Υπό το πρίσμα αυτών των εκκλησιαστικών πηγών δικαίου μελετώνται ιδιαίτερα οι κυριότερες ρυθμίσεις αφενός του Ν. Σ΄/1852 «Περὶ Ἐπισκοπῶν καὶ Ἐπισκόπων καὶ περὶ τοῦ ὑπὸ τοὺς Ἐπισκόπους τελοῦντος Κλήρου» και αφετέρου του Ν. ΣΑ΄/1852 περί «Νόμου Καταστατικοῦ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος». Ο πρώτος από τους παραπάνω νόμους ρυθμίζει τη διαίρεση της Αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος στη Μητρόπολη Αθηνών, σε αρχιεπισκοπές και επισκοπές, τον ρόλο του επισκόπου, καθώς και τη σχέση του επισκόπου με τους υπαγόμενους σε αυτόν κληρικούς. Ο δεύτερος από τους παραπάνω νόμους διέπει τη συγκρότηση, τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Το μάθημα ασχολείται με ζητήματα αισθητικής, εικονογραφικής και τεχνοτροπικής ανάλυσης της ζωγραφικής των βυζαντινών και μεταβυζαντινών φορητών εικόνων και χειρογράφων. Στο πλαίσιο του μαθήματος εξετάζονται καταρχήν οι ιστορικές-κοινωνικές συνθήκες και το θεολογικό-δογματικό-λειτουργικό πλαίσιο μέσα στο οποίο διαμορφώθηκε η χριστιανική εικονογραφία. Παρουσιάζονται οι βασικές αισθητικές αρχές της χριστιανικής ζωγραφικής με παράλληλη μελέτη επιλεγμένων γραπτών πηγών και κειμένων βυζαντινής αισθητικής. Παράλληλα, διερευνώνται οι σχέσεις της με την παλαιότερη εθνική-ειδωλολατρική καλλιτεχνική παράδοση, ενώ γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στη χρήση των συμβόλων και συμβολισμών στην εικονογραφία και εικονολογία της χριστιανικής ζωγραφικής τέχνης. Επιπλέον, παρουσιάζεται μια ιστορική επισκόπηση της τέχνης τόσο των φορητών εικόνων όσο και των εικονογραφημένων χειρογράφων κατά τους βυζαντινούς και μεταβυζαντινούς χρόνους. Στο πλαίσιο του μαθήματος θα πραγματοποιηθούν επισκέψεις στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, καθώς και σε παλαιοχριστιανικά και βυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης.

Το μάθημα μελετά τις πολυεπίπεδες πολιτισμικές σχέσεις ανάμεσα στο Βυζάντιο και τη Βενετία από την ίδρυσή της και καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής της βυζαντινής αυτοκρατορίας, καθώς και τη δυναμική παρουσία και την πλούσια δράση του Ελληνισμού σε αυτήν μετά το 1453. Η Βενετία, από δημιούργημα της βυζαντινής αυτοκρατορίας, εξελίχθηκε σε μεγάλη ναυτική και οικονομική δύναμη και, από βυζαντινή επαρχία, κατέληξε να κυριαρχήσει σε πολλά από τα άλλοτε βυζαντινά εδάφη. Στη χιλιόχρονη ιστορία της η Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας απέκτησε κτήσεις τόσο στην Ιταλική χερσόνησο όσο και τον ελλαδικό χώρο και κατάφερε να κυριαρχήσει εμπορικά σε όλη τη Μεσόγειο, κατακτώντας μια δεσπόζουσα θέση μεταξύ της ορθόδοξης Ανατολής και της Λατινικής Δύσης. Στο μάθημα δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στις καλλιτεχνικές σχέσεις και αλληλεπιδράσεις μεταξύ Βυζαντίου και Βενετίας. Μελετάται η καλλιτεχνική παραγωγή στη Βενετία και την ευρύτερη περιοχή της από την πρώιμη βυζαντινή περίοδο ως τους μεταβυζαντινούς χρόνους και την Ιταλική Αναγέννηση, ενώ ανιχνεύονται οι επιδράσεις της πολιτιστικής κληρονομιάς και της καλλιτεχνικής παραγωγής του Βυζαντίου πριν και μετά το 1453 στην τοπική βενετσιάνικη παράδοση.

https://qa.auth.gr/el/class/1/600215116

Διδάσκονται στοιχεία από τη ζωή και τη θεολογία της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και της παράδοσης της Μεταρρύθμισης. Επιχειρείται η σύγκριση με την Ορθόδοξη δογματική διδασκαλία. Παρουσιάζονται σημαντικά στοιχεία των διαχριστιανικών, καθώς και των διορθοδόξων σχέσεων. Αναδεικνύονται οι βασικοί προβληματισμοί που ανακύπτουν από τη σύγχρονη πορεία της Οικουμενικής Κίνησης.

Το μάθημα δίνει χρήσιμες πληροφορίες για τις κεντρικές εξελίξεις στη διοικητική, κοινωνική, γεωγραφική, εκκλησιαστική και νομοκανονική ιστορία της Θεσσαλονίκης από την ίδρυσή της μέχρι σήμερα. Τονίζονται, κυρίως, οι ουσιαστικές διοικητικές εκκλησιαστικές και πολιτικές διαφοροποιήσεις με επίκεντρο τη Θεσσαλονίκη επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κυρίως κατά τον 19ο και 20ο αιώνα. Ήταν μια περίοδος πολιτικών και εκκλησιαστικών ανακατατάξεων στη Χερσόνησο του Αίμου. Η πόλη της Θεσσαλονίκης, μια πόλη με έντονη θρησκευτικότητα, υπήρξε για πολλούς αιώνες το κατ’ εξοχήν πνευματικό κέντρο.

Στο μάθημα αυτό παρουσιάζεται το Λατρευτικό Ζήτημα ή το Ζήτημα των ιερών τόπων λατρείας, την κρίσιμη περίοδο, από τα μέσα του 19ου αιώνα έως τις αρχές του 20ου αι. Πρόκειται για Ζήτημα διαστάσεων ακήρυχτου θρησκευτικού πολέμου στην, υπό κρατικό μεταρρυθμιστικό ανασχηματισμό, οθωμανική επικράτεια. Αυτός ο ανασχηματισμός διεξαγόταν υπό την πίεση των Μ. Δυνάμεων, που είχαν τα δικά τους συμφέροντα στην Ανατολή. Εκκλησίες, νεκροταφεία, μοναστήρια, αγιάσματα, παρεκκλήσια, επισκοπεία, βακουφικά κτήματα των κανονικών ορθόδοξων κοινοτήτων έγιναν θέατρο άπειρων συγκρούσεων.